bn:00111806a
Adjective Concept
EL
θεωρητικός  θεωρητικές
EL
Αυτός που ασχολείται περισσότερο με τη θεωρία παρά με την πρακτική διάσταση των πραγμάτων Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που ασχολείται περισσότερο με τη θεωρία παρά με την πρακτική διάσταση των πραγμάτων Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations