bn:00112229a
Adjective Concept
EL
βασικός  θεμελιώδης
EL
Αυτός που είναι το απαραίτητο συστατικό οποιουδήποτε πράγματος Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αυτός που είναι το απαραίτητο συστατικό οποιουδήποτε πράγματος Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet