bn:01634535n
Noun Concept
Categories: Γραμμική άλγεβρα, Διανύσματα
EL
διάνυσμα  εσωτερικό γινόμενο δύο διανυσμάτων  μέτρο
EL
Με τον όρο διάνυσμα εννοείται οποιοδήποτε στοιχείο ενός διανυσματικού χώρου, όπως μια διατεταγμένη ν-άδα αριθμών. Wikipedia
English:
mathematics and physics
Definitions
Relations
Sources
EL
Με τον όρο διάνυσμα εννοείται οποιοδήποτε στοιχείο ενός διανυσματικού χώρου, όπως μια διατεταγμένη ν-άδα αριθμών. Wikipedia