bn:02346825n
Noun Concept
Categories: Σπηλαιολογία, Γεωλογικοί σχηματισμοί
EL
καρστική πηγή  άνοιξη καρστικού
EL
Στη γεωλογία ο όρος καρστική πηγή αναφέρεται στην υδάτινη πηγή που αποτελεί τμήμα καρστικού υδρολογικού συστήματος, του γεωλογικού συστήματος εκείνου δηλαδή που διαμορφώθηκε από τη διάλυση πετρωμάτων, όπως ασβεστόλιθος, δολομίτης και γύψος και χαρακτηρίζεται από καταβόθρες, σπήλαια και υπόγεια αποστραγγιστικά συστήματα. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Στη γεωλογία ο όρος καρστική πηγή αναφέρεται στην υδάτινη πηγή που αποτελεί τμήμα καρστικού υδρολογικού συστήματος, του γεωλογικού συστήματος εκείνου δηλαδή που διαμορφώθηκε από τη διάλυση πετρωμάτων, όπως ασβεστόλιθος, δολομίτης και γύψος και χαρακτηρίζεται από καταβόθρες, σπήλαια και υπόγεια αποστραγγιστικά συστήματα. Wikipedia
Wikipedia Translations