bn:16500942n
Noun Concept
Categories: Δημόσιοι υπάλληλοι, Δημόσια Διοίκηση
EL
δημόσιος υπάλληλος  κυβερνητικός υπάλληλος
EL
Η δημόσια υπηρεσία είναι ένας συλλογικός όρος για έναν τομέα της κυβέρνησης που αποτελείται κυρίως από τους δημόσιους υπαλλήλους καριέρας που προσλαμβάνονται με επαγγελματική αξία παρά διορίζονται ή εκλέγονται, των οποίων η θεσμική θητεία συνήθως επιβιώνει από μεταβάσεις πολιτικής ηγεσίας. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Η δημόσια υπηρεσία είναι ένας συλλογικός όρος για έναν τομέα της κυβέρνησης που αποτελείται κυρίως από τους δημόσιους υπαλλήλους καριέρας που προσλαμβάνονται με επαγγελματική αξία παρά διορίζονται ή εκλέγονται, των οποίων η θεσμική θητεία συνήθως επιβιώνει από μεταβάσεις πολιτικής ηγεσίας. Wikipedia