bn:00000528n
Noun Concept
EL
στήριγμα τόξου  στήριγμα αψίδα
EL
(αρχιτεκτονική) αντείρισμα το οποίο υποστηρίζει το τόξο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
(αρχιτεκτονική) αντείρισμα το οποίο υποστηρίζει το τόξο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations