bn:00005387n
Noun Concept
Categories: Κτίρια και κατασκευές
EL
αψίδα  τόξο  καμάρα  εσωράχιο  τοξωτά
EL
(αρχιτεκτονική) κατασκευή που σχηματίζει τόξο για να γεφυρώσει ένα χάσμα και να υποστηρίξει το βάρος που υπάρχει πάνω από αυτήν Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
(αρχιτεκτονική) κατασκευή που σχηματίζει τόξο για να γεφυρώσει ένα χάσμα και να υποστηρίξει το βάρος που υπάρχει πάνω από αυτήν Greek Open Multilingual WordNet
Η αψίδα είναι αρχιτεκτονική κατασκευή η οποία δημιουργεί άνοιγμα στον χώρο ενώ ταυτόχρονα υποστηρίζει βάρος Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
Wikipedia Redirections
Wikidata Alias
Wikipedia Translations