bn:00002166n
Noun Concept
EL
αΐλανθος  αείλανθος  δέντρο γένους ailanthus  ailanthus  αίλανθος
EL
Καθένα από τα φυλλοβόλα δέντρα της Ασίας που ανήκουν στο γένος Ailanthus Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources