bn:00002743n
Noun Concept
EL
ευθυγράμμιση  ρύθμιση
EL
Η πράξη και το αποτέλεσμα του ευθυγραμμίζω, ρυθμίζω τα τμήματα μιας συσκευής μεταξύ τους Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η πράξη και το αποτέλεσμα του ευθυγραμμίζω, ρυθμίζω τα τμήματα μιας συσκευής μεταξύ τους Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet