bn:00004649n
Noun Concept
EL
Αντιδιαρροϊκό  αντιδιαρροϊκά  αντι-διαρροϊκές  αντιδιαρροϊκά φάρμακα  αντιδιαρροϊκές
EN
A drug used to control or stop diarrhea WordNet 3.0
Relations
Sources