bn:00005729n
Noun Concept
EL
πολυθρόνα
EL
Άνετο και αναπαυτικό κάθισμα για ένα άτομο, με στηρίγματα για την πλάτη και τα χέρια Greek Open Multilingual WordNet
English:
chair
furniture
Definitions
Relations
Sources
EL
Άνετο και αναπαυτικό κάθισμα για ένα άτομο, με στηρίγματα για την πλάτη και τα χέρια Greek Open Multilingual WordNet
Καρέκλα με στηρίγματα για τα μπράτσα ή τους αγκώνες. OmegaWiki
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
OmegaWiki
WordNet Translations