bn:00009064n
Noun Concept
Categories: Συσκευές, Ηλεκτρισμός, Συσσωρευτές, Ηλεκτρική ισχύς
EL
μπαταρία  ηλεκτρική στήλη  συσσωρευτής  μπαταρίες  ηλεκτρική μπαταρία
EL
Συσκευή που μπορεί να αποθηκεύει ηλεκτρική ενέργεια ή να χρησιμοποιείται ως φορητή πηγή ηλεκτρικού ρεύματος Greek Open Multilingual WordNet
English:
electrical
electric
electronics
Definitions
Relations
Sources
EL
Συσκευή που μπορεί να αποθηκεύει ηλεκτρική ενέργεια ή να χρησιμοποιείται ως φορητή πηγή ηλεκτρικού ρεύματος Greek Open Multilingual WordNet
Η μπαταρία ή ο ηλεκτρικός συσσωρευτής είναι η συσκευή η οποία αποθηκεύει χημική ενέργεια και την αποδεσμεύει με τη μορφή ηλεκτρισμού. Wikipedia