bn:00010730n
Noun Concept
EL
στομίδα  χαλινάρι
EL
Το μεταλλικό εξάρτημα που το τοποθετούν στο στόμα του υποζυγίου για να το συγκρατούν και για να το κατευθύνουν Greek Open Multilingual WordNet
English:
horse
Definitions
Relations
Sources
EL
Το μεταλλικό εξάρτημα που το τοποθετούν στο στόμα του υποζυγίου για να το συγκρατούν και για να το κατευθύνουν Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary