bn:00011276n
Noun Concept
EL
στιγμή  άψε σβήσε  ανασύρω και δένω ιστίο  κλάσματα του δευτερολέπτου  νέα υόρκη λεπτά
EN
A very short time (as the time it takes the eye to blink or the heart to beat) WordNet 3.0
English:
time
Relations
Sources