bn:00011828n
Noun Concept
Categories: Θέρμανση, Ατμομηχανές, Συσκευές, Ενεργειακή τεχνολογία, Υδραυλικές εγκαταστάσεις
EL
ατμολέβητας  ατμοπαραγωγή  λέβητας  ατμογεννήτρια  ατμοποίηση
EL
Αεροστεγής αγγεία στα οποία το νερό μετατρέπεται σε ατμό Greek Open Multilingual WordNet
English:
heat
locomotive
power generation
Definitions
Relations
Sources
EL
Αεροστεγής αγγεία στα οποία το νερό μετατρέπεται σε ατμό Greek Open Multilingual WordNet
Λέβητας ονομάζεται κάθε κλειστή μεταλλική συσκευή εντός του οποίου νερό ή άλλο υγρό θερμαίνεται και μετατρέπεται σε ατμό - οπότε ονομάζεται ατμολέβητας ή αν θερμαίνει το νερό, λέβητας νερού. Wikipedia
Με τον όρο ατμοπαραγωγή ή ατμοποίηση χαρακτηρίζεται γενικά η μετατροπή του νερού σε ατμό με τη βοήθεια της θερμότητας. Wikipedia