bn:00013065n
Noun Concept
Categories: Επίσημη ενδυμασία, Φορέματα, Γάμος, Τελετουργική ενδυμασία, Έθιμα
EL
νυφικό  νυφικό φόρεμα  νυφικά
EL
Το φόρεμα που φορά η νύφη τη μέρα του γάμου Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources