bn:00014640n
Noun Concept
EL
καταστροφή  τραγωδία  καταστροφές  δράμα  όλεθρος
EL
Κατάσταση ή γεγονός πάρα πολύ δυσάρεστο και συγκλονιστικό Greek Open Multilingual WordNet
English:
event
Definitions
Relations
Sources