bn:00014658n
Noun Concept
Categories: Οστά του κάτω άκρου
EL
πτέρνα  οστό πτέρνας  φτέρνα  πτέρνας  heelbone
EL
Το μεγαλύτερο ταρσικό οστό, αυτό που μορφοποιεί το ανθρώπινη Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το μεγαλύτερο ταρσικό οστό, αυτό που μορφοποιεί το ανθρώπινη Greek Open Multilingual WordNet
Η πτέρνα είναι το μεγαλύτερο οστού του ταρσού. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Redirections
Wikipedia Translations