bn:00018959n
Noun Concept
Categories: Ορυκτά του πυριτίου
EL
χρυσοπράσιο  χρυσόπρασος
EL
Το ορυκτό χρυσοπράσιο είναι χαλκηδόνιος με πρασινωπό χρώμα σαν του πράσου, των σταφυλιών ή του μήλου, ανάλογα με το κοίτασμα -χρώμα που οφείλεται στην περιεκτικότητά του σε νικέλιο αλλά και στον τρόπο γεωλογικού σχηματισμού του. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Το ορυκτό χρυσοπράσιο είναι χαλκηδόνιος με πρασινωπό χρώμα σαν του πράσου, των σταφυλιών ή του μήλου, ανάλογα με το κοίτασμα -χρώμα που οφείλεται στην περιεκτικότητά του σε νικέλιο αλλά και στον τρόπο γεωλογικού σχηματισμού του. Wikipedia
Wikipedia
WordNet Translations
Wikipedia Translations