bn:00019624n
Noun Concept
Categories: Φυσικά υλικά, Ιζηματολογία, Ορυκτά του πυριτίου
EL
άργιλος  πηλός  πυρίμαχο τούβλο  πηλό  άργιλοι
EL
Αργιλώδες χώμα ζυμωμέ νο με νερό, με το οποίο κατασκευάζονται αγγεία, σκεύη, προπλάσματα γλυπτών Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αργιλώδες χώμα ζυμωμέ νο με νερό, με το οποίο κατασκευάζονται αγγεία, σκεύη, προπλάσματα γλυπτών Greek Open Multilingual WordNet
Άργιλος ή πηλός είναι ένας γενικός όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένυδρα αργιλιούχα φυλλοπυριτικά ορυκτά που περιέχουν διάφορες ποσότητες μετάλλων, μεταλλικών οξειδίων και οργανικών ενώσεων. Wikipedia
Ιζηματογενές πέτρωμα Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Redirections
Wikidata Alias
WordNet Translations
Wikipedia Translations