bn:00019987n
Noun Concept
Categories: Ένδυση
EL
κρεμάστρα  Kρεμάστρα  κρεμάστρα ρούχων  κρεμάστρα φόρεμα
EL
Ξύλινο, μεταλλικό ή πλαστικό αντικείμενο σε σχήμα των ώμων του ανθρώπου, το οποίο χρησιμοποιείται για το κρέμασμα των ρούχων Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ξύλινο, μεταλλικό ή πλαστικό αντικείμενο σε σχήμα των ώμων του ανθρώπου, το οποίο χρησιμοποιείται για το κρέμασμα των ρούχων Greek Open Multilingual WordNet
Η κρεμάστρα ρούχων ή απλά κρεμάστρα είναι αντικείμενο του οικιακού εξοπλισμού που έχει συνήθως το σχήμα και μέγεθος των ανθρώπινων ώμων και είναι σχεδιασμένη για να διευκολύνει την τοποθέτηση και φύλαξη ρούχων με τρόπο που να αποτρέπει τον σχηματισμό τσαλακωμάτων. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
Wikipedia Translations