bn:00022892n
Noun Concept
EL
κορσές  ζώνη  περίζωμα  κορσέ  κορσέδες
EL
Ελαστικό, γυναικείο κυρίως, εσώρουχο που περιβάλλει το κάτω μέρος του κορμιού από τη μέση εώς τους γλουτούς Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources