bn:00022930n
Noun Concept
Categories: Κορακίδες, Είδη ελαχίστης ανησυχίας (LC), Εκφράσεις
EL
κοράκι  κόρακας  Corvus corax  Κλόκαρος  corax
EL
Σαρκοφάγο πουλί με μαύρο φτέρωμα, σκληρό ράμφος και χαρακτηριστική τραχιά φωνή Greek Open Multilingual WordNet
English:
bird
Definitions
Relations
Sources