bn:00024112n
Noun Concept
Categories: Μίγματα, Πετρέλαιο
EL
πετρέλαιο  αργό πετρέλαιο  ορυκτέλαιο  ακατέργαστος  αργού πετρελαίου
Definitions
Relations
Sources
EL
Το πετρέλαιο, ή και μαύρος χρυσός, είναι παχύρρευστο, μαύρο ή βαθύ καφετί ή πρασινωπό υγρό πέτρωμα, που αποτελεί τη σπουδαιότερη σήμερα φυσική πηγή ενέργειας. Wikipedia