bn:00024534n
Noun Concept
Categories: Υφάσματα
EL
κουρτίνα  μπερντές  κουρτίνες  ύφασμα βωμό
EL
Είδος παραπετάσματος, μεγάλο και φαρδύ κομμάτι από ύφασμα που το κρεμούν μπροστά από ένα άνοιγμα (παράθυρο ή πόρτα) με τρόπο που να σχηματίζει πτυχές και να μπορεί να μετακινείται με τη βοήθεια κρίκων, γάντζων κ.τ.λ. και που σκοπό έχει να εμποδίσει ή να φιλτράρει το φως ή να απομονώσει ένα χώρο Greek Open Multilingual WordNet
English:
liturgy
Definitions
Relations
Sources
EL
Είδος παραπετάσματος, μεγάλο και φαρδύ κομμάτι από ύφασμα που το κρεμούν μπροστά από ένα άνοιγμα (παράθυρο ή πόρτα) με τρόπο που να σχηματίζει πτυχές και να μπορεί να μετακινείται με τη βοήθεια κρίκων, γάντζων κ.τ.λ. και που σκοπό έχει να εμποδίσει ή να φιλτράρει το φως ή να απομονώσει ένα χώρο Greek Open Multilingual WordNet
Κουρτίνα είναι ένα κομμάτι ύφασμα που προορίζεται να εμποδίσει ή να συγκαλύπτει το φως. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
Wikidata Alias