bn:00026379n
Noun Concept
EL
αποθήκη  θεματοφύλακας
EL
Ο χώρος ή το κτίσμα μέσα στο οποίο φυλάσσονται διάφορα είδη Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο χώρος ή το κτίσμα μέσα στο οποίο φυλάσσονται διάφορα είδη Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations