bn:00027056n
Noun Concept
EL
διάδοση  διασπορά  εξάπλωση  σκόρπισμα  διασκορπισμός
EL
Το αποτέλεσμα του να διαδίδεις,να γνωστοποιείς κάτι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το αποτέλεσμα του να διαδίδεις,να γνωστοποιείς κάτι Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations