bn:00028087n
Noun Concept
Categories: Γνωσιολογία
EL
δόγμα  δογματική  δογματικής  δογματισμό  δόγματα
EL
Ο όρος δόγμα σημαίνει «γνώμη, φρόνημα», ενώ στην αρχαιότητα σήμαινε επίσης «απόφαση, κρίση», «έννοια» και «εντολή, διαταγή». Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο όρος δόγμα σημαίνει «γνώμη, φρόνημα», ενώ στην αρχαιότητα σήμαινε επίσης «απόφαση, κρίση», «έννοια» και «εντολή, διαταγή». Wikipedia
Αρχή ή σύνολο αρχών ορισμένα από μία αυθεντία ως αδιαμφισβήτητη αλήθεια Wikidata
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki