bn:00028289n
Noun Concept
EL
υπνωτήριο  υπνοδωμάτιο  υπνοθάλαμος  dorm δωμάτιο  δωμάτιο dorm
EL
Μεγάλη αίθουσα με πολλά κρεβάτια κατάλληλη για ξεκούραση και ύπνο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μεγάλη αίθουσα με πολλά κρεβάτια κατάλληλη για ξεκούραση και ύπνο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations