bn:00029685n
Noun Concept
Categories: Τραπεζική, Μακροοικονομική, Μικροοικονομική
EL
αποταμίευση  εξοικονόμηση  οικονομία  φειδώ  Αποταμίευμα
EL
Η ενέργεια του κάνω οικονομία, η αποφυγή περιττών δαπανών Greek Open Multilingual WordNet
English:
economics
money
Definitions
Relations
Sources
EL
Η ενέργεια του κάνω οικονομία, η αποφυγή περιττών δαπανών Greek Open Multilingual WordNet
Με τον όρο αποταμίευση, που αποτελεί καθαρά οικονομικό όρο χαρακτηρίζεται γενικά πάσης φύσεως συσσωρεύσεις αγαθών για μελλοντική χρήση. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikipedia Redirections
Wikipedia Translations