bn:00030114n
Noun Concept
EL
εκλογή  επιλογή
EL
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του εκλέγω κάποιον Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του εκλέγω κάποιον Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet