bn:00032769n
Noun Concept
Categories: Έννοιες στην Ηθική, Ορολογία της κοινωνιολογίας, Διαπροσωπικές σχέσεις, Συναισθήματα, Υπευθυνότητα
EL
εμπιστοσύνη  πίστη  καταπίστευμα
EL
Πλήρης εμπιστοσύνη σε ένα πρόσωπο ή σχέδιο κ.λπ Greek Open Multilingual WordNet
English:
social science
Definitions
Relations
Sources
EL
Πλήρης εμπιστοσύνη σε ένα πρόσωπο ή σχέδιο κ.λπ Greek Open Multilingual WordNet
Εμπιστοσύνη ονομάζεται η κατάσταση όταν ένα μέρος βασίζεται στις ενέργειες ενός άλλου μέρους, αν και ο όρος εμπιστοσύνη είναι χαρακτηρίζεται από πολυσημία. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wiktionary
WordNet Translations