bn:00033981n
Noun Concept
EL
ευτυχία
EL
Κατάσταση βαθιάς και διαρκούς ικανοποίησης, το αίσθημα πλήρους ευχαρίστησης Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Κατάσταση βαθιάς και διαρκούς ικανοποίησης, το αίσθημα πλήρους ευχαρίστησης Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary