bn:00034205n
Noun Concept
Categories: Υφάσματα, Υλικά, Ίνες
EL
ίνα  ορυκτή ίνα  ίνες
EL
Το καθένα από τα λεπτότατα νήματα που, ενωμένα σε δέσμες, αποτελούν ένα σώμα ζωικό, φυτικό ή ορυκτό Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το καθένα από τα λεπτότατα νήματα που, ενωμένα σε δέσμες, αποτελούν ένα σώμα ζωικό, φυτικό ή ορυκτό Greek Open Multilingual WordNet
Ίνα είναι μια φυσική ή τεχνητή ουσία που είναι σημαντικά μακρύτερη από ό,τι είναι πλατιά. Wikipedia
Φυσική ή συνθετική ουσία που αποτελείται από μακριές, λεπτές ίνες Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
EL
Wikipedia
EL
Wikidata
EL
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
Wikipedia Translations