bn:00035230n
Noun Concept
EL
Flindersia australis  αυτοφυής οξιά  flindosa  flindosy  μητρική οξιάς
EL
Ψηλό δέντρο ξυλείας της Αυστραλίας που έχει σκληρό ανθεκτικό ξύλο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ψηλό δέντρο ξυλείας της Αυστραλίας που έχει σκληρό ανθεκτικό ξύλο Greek Open Multilingual WordNet