bn:00043818n
Noun Concept
Categories: Φιλοσοφικές έννοιες, Ορολογία θρησκείας, Θρησκευτικό δίκαιο, Εναντίωση
EL
αίρεση
EL
Ως αίρεση στην Ελληνική γλώσσα, αποδίδεται η έννοια της κατάκτησης και της κατάληψης, εφόσον η λέξη ετυμολογείται από το ρήμα αιρέω. Wikipedia
English:
Christian
Definitions
Relations
Sources
EL
Ως αίρεση στην Ελληνική γλώσσα, αποδίδεται η έννοια της κατάκτησης και της κατάληψης, εφόσον η λέξη ετυμολογείται από το ρήμα αιρέω. Wikipedia
Πεποίθηση ή θεωρία που δεν υιοθετεί τις παραδεδομένες αντιλήψεις και ιδέες Wikidata
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary