bn:00045952n
Noun Concept
EL
ασθένεια  αρρώστια  νόσος  πάθηση  unwellness
EL
Διαταραχή της ομαλής φυσιολογικής λειτουργίας που προσβάλλει μέρος ή το σύνολο ενός οργανισμού Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Διαταραχή της ομαλής φυσιολογικής λειτουργίας που προσβάλλει μέρος ή το σύνολο ενός οργανισμού Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations