bn:00046825n
Noun Concept
EL
μετζεσόλα  σόλας  innersole
EL
Το τμήμα του παπουτσιού που βρίσκεται ανάμεσα στη σόλα και στην εσωτερική επένδυση του πέλματος Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το τμήμα του παπουτσιού που βρίσκεται ανάμεσα στη σόλα και στην εσωτερική επένδυση του πέλματος Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations