bn:00047423n
Noun Concept
Categories: Ατμόσφαιρα
EL
ιονόσφαιρα  ιονόσφαιρας
EL
Το ατμοσφαιρικό στρώμα σε ύψος πάνω από 60 χιλιόμετρα από την επιφάνεια της Γης, που έχει υψηλή περιεκτικότητα σε ιόντα και σε ελεύθερα ηλεκτρόνια και ανακλά ηλεκτρτομαγνητικές ακτινοβολίες, επιτρέποντας τη διάδοση ραδιοκυμάτων Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το ατμοσφαιρικό στρώμα σε ύψος πάνω από 60 χιλιόμετρα από την επιφάνεια της Γης, που έχει υψηλή περιεκτικότητα σε ιόντα και σε ελεύθερα ηλεκτρόνια και ανακλά ηλεκτρτομαγνητικές ακτινοβολίες, επιτρέποντας τη διάδοση ραδιοκυμάτων Greek Open Multilingual WordNet
Η Ιονόσφαιρα είναι στρώμα της ατμόσφαιρας της Γης, που χαρακτηρίζεται απ' τη μεγάλη παρουσία ιόντων που προκαλούνται απ' τον ιονισμό των μορίων του αέρα λόγω της ηλιακής ακτινοβολίας. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
WordNet Translations
Wikipedia Translations