bn:00074566n
Noun Concept
Categories: Μετεωρολογία, Ατμόσφαιρα
EL
στρατόσφαιρα  Στρατόπαυση
EL
(μετεωρολογία) το στρώμα της ατμόσφαιρας, μετά την τροπόσφαιρα, που φτάνει σε ύψος έως πενήντα περίπου χιλιόμετρα από την επιφάνεια της γης Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
(μετεωρολογία) το στρώμα της ατμόσφαιρας, μετά την τροπόσφαιρα, που φτάνει σε ύψος έως πενήντα περίπου χιλιόμετρα από την επιφάνεια της γης Greek Open Multilingual WordNet
Στρατόσφαιρα ονομάζεται το δεύτερο από της επιφάνειας της Γης στρώμα της ατμόσφαιρας, αμέσως μετά την τροπόπαυση, το όριο που λήγει η Τροπόσφαιρα. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
Wikipedia Redirections
Wikidata Alias
WordNet Translations
Wikipedia Translations