bn:00049443n
Noun Concept
Categories: Μουσικά όργανα, Έγχορδα μουσικά όργανα, Χορδόφωνα, Παραδοσιακά μουσικά όργανα
EL
κότο  koto
EL
Γιαπωνέζικο έγχορδο όργανο που μοιάζει με το σαντούρι, έχει τριγωνικό, ξύλινο αντηχείο και χορδές από μετάξι που τσιμπιούνται με τα δάχτυλα Greek Open Multilingual WordNet
English:
musical instrument
instrument
Definitions
Relations
Sources
EL
Γιαπωνέζικο έγχορδο όργανο που μοιάζει με το σαντούρι, έχει τριγωνικό, ξύλινο αντηχείο και χορδές από μετάξι που τσιμπιούνται με τα δάχτυλα Greek Open Multilingual WordNet
Το κότο είναι Ιαπωνικό έγχορδο παραδοσιακό μουσικό όργανο. Wikipedia
Παραδοσιακό ιαπωνικό έγχορδο μουσικό όργανο Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
WordNet Translations
EL
Wikipedia Translations
EL