bn:00050006n
Noun Concept
Categories: Πευκοειδή, Δέντρα
EL
Λάρικας  λάριξ  λάρικα  larix  πεύκη
EL
Η λάριξ (ή σε αρσενικό γένος ο λάρικας, επιστ. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Η λάριξ (ή σε αρσενικό γένος ο λάρικας, επιστ. Wikipedia
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
WordNet Translations
Wikipedia Translations