bn:00051016n
Noun Concept
Categories: Εξαπάτηση
EL
ψέμα  ψέμμα
EL
Καθετί που εσκεμμένα παρεκκλίνει ή διαστρεβλώνει την αλήθεια Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Καθετί που εσκεμμένα παρεκκλίνει ή διαστρεβλώνει την αλήθεια Greek Open Multilingual WordNet
Ψέμα είναι μια πρόταση που λέγεται από κάποιον με σκοπό να πείσει το κοινό του ότι είναι αληθής, ενώ ο ίδιος συνειδητά γνωρίζει ότι η πρόταση είναι αναληθής. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Translations