bn:00090324v
Verb Concept
EL
ψευδολογώ  ψεύδομαι
EL
Λέω ψέμματα, αναφέρω πράγματα ανυπόστατα ή παραποιώ συνειδητά την αλήθεια Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Λέω ψέμματα, αναφέρω πράγματα ανυπόστατα ή παραποιώ συνειδητά την αλήθεια Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet