bn:00051417n
Noun Concept
Categories: Λιπαρά οξέα
EL
λινελαϊκό οξύ  λινολικό οξύ
EL
Το λινελαϊκό οξύ είναι πολυακόρεστο ωμέγα-6 λιπαρό οξύ, με υδρογονανθρακική αλυσίδα 18 ανθράκων και δύο διπλούς δεσμούς σε διαμόρφωση cis. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Το λινελαϊκό οξύ είναι πολυακόρεστο ωμέγα-6 λιπαρό οξύ, με υδρογονανθρακική αλυσίδα 18 ανθράκων και δύο διπλούς δεσμούς σε διαμόρφωση cis. Wikipedia
Wikipedia Translations