bn:00051982n
Noun Concept
EL
θηλιά  βρόχος
EL
Ειδικό δέσιμο σχοινιού, σπάγγου, έτσι ώστε να σχηματίζεται κύκλος, ο οποίος σφίγγει όσο το επιθυμεί αυτός που δένει Greek Open Multilingual WordNet
English:
knot
Definitions
Relations
Sources
EL
Ειδικό δέσιμο σχοινιού, σπάγγου, έτσι ώστε να σχηματίζεται κύκλος, ο οποίος σφίγγει όσο το επιθυμεί αυτός που δένει Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary