bn:00052144n
Noun Concept
EL
εραστής
EL
Το πρόσωπο που έχει ερωτικές σχέσεις με κάποιον χωρίς όμως να συνδέονται με γάμο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το πρόσωπο που έχει ερωτικές σχέσεις με κάποιον χωρίς όμως να συνδέονται με γάμο Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet