bn:00053077n
Noun Concept
Categories: Δευτερεύοντα σεξουαλικά χαρακτηριστικά, Μαστός, Ανθρώπινη σεξουαλικότητα, Ανθρώπινη ανατομία, Ανατομία των θηλαστικών
EL
θηλή  ρώγα  θηλή μαστού  mamilla  mammilla
EL
Κυλινδρική, μικρή και σαρκώδης προεξοχή του μαστού από όπου γίνεται ο θηλασμός Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Κυλινδρική, μικρή και σαρκώδης προεξοχή του μαστού από όπου γίνεται ο θηλασμός Greek Open Multilingual WordNet
Η θηλή είναι η προεκβολή στην επιφάνεια κάθε μαστού. Wikipedia
Μέρος του μαστού Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
WordNet Translations
Wikipedia Translations