bn:00053763n
Noun Concept
Categories: Σεξουαλικότητα
EL
αυνανισμός  μαλακία  αυνανίζεται  αυνανίζονται  αυνανισμό
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο αυνανισμός είναι η διέγερση των γεννητικών οργάνων ενός ατόμου από το ίδιο με στόχο την πρόκληση ηδονής, οργασμού και ικανοποίησης της γενετήσιας ορμής του χωρίς σεξουαλική επαφή με άλλο άτομο. Wikipedia
Διέγερση των γεννητικών οργάνων ενός ατόμου από το ίδιο με στόχο την πρόκληση ηδονής, οργασμού και ικανοποίησης της γενετήσιας ορμής χωρίς σεξουαλική επαφή με άλλο άτομο Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Redirections
Wikidata Alias
WordNet Translations