bn:00054244n
Noun Concept
EL
φυτό melilotus officinalis  φυτό Μελίλωτος  melilotus  γλυκό τριφύλλι  melilot
EL
Ετήσιο ή διετές φυτό που χρησιμοποιείται ως χόρτο ζωοτροφής Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources